Τι άλλαξε στα σύνορα με τη Βουλγαρία: Σφύζει από Έλληνες η αγορά στο Σαντάνσκι

Δύο εικόνες, με διαφορά λίγων λεπτών, αποδίδουν το νέο τοπίο που έχει διαμορφωθεί στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα εδώ και έναν μήνα. Εικόνα πρώτη: Σάββατο, πριν από 15 ημέρες, 11.30 το πρωί. Στον μεθοριακό σταθμό του Προμαχώνα η διέλευση των αυτοκινήτων από την Ελλάδα με κατεύθυνση τη Βουλγαρία είναι αρκετά αυξημένη. Και αντιστρόφως, αλλά λιγότερο. Ωστόσο, οι σκηνές των πολύωρων μποτιλιαρισμάτων, εκνευρισμού και καθυστερήσεων δεν υπάρχουν, ανήκουν πλέον στο παρελθόν.
Ακόμα και οι νταλίκες, που παλαιότερα σχημάτιζαν ουρές χιλιομέτρων, απλώς κόβουν ταχύτητα για να περάσουν από τους άλλοτε ασφυκτικά γεμάτους διαδρόμους των εξαντλητικών συνοριακών ελέγχων που μετέτρεπαν ένα απλό ταξίδι -είτε αναψυχής είτε μεταφοράς αγαθών- σε μαρτυρική δοκιμασία.
Οι καθυστερήσεις έφταναν πολλές φορές μέχρι και τις 20 ώρες, ακόμη και παραπάνω, αναγκάζοντας συχνά τους οδηγούς να κοιμούνται μέσα στο αυτοκίνητό τους, γιατί αλλιώς θα έχαναν τη σειρά τους. Ετσι, πολλές φορές ένα Σαββατοκύριακο ή ένα τριήμερο μίνι διακοπών μετατρεπόταν σε τρομακτική δοκιμασία. Ακόμη χειρότερα, όμως, πολλά φορτία με ευπαθή προϊόντα καταστρέφονταν προκαλώντας σημαντική ζημιά στους παραγωγούς και τους μεταφορείς.
Η εικόνα που επικρατεί και στους έξι σταθμούς των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, από την 1η Ιανουαρίου άλλαξε. Και «υπαίτια» γι’ αυτό είναι η πλήρης ένταξη από την Πρωτοχρονιά της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη Ζώνη Σένγκεν. Μια κίνηση που ανέμεναν επί 13 ολόκληρα χρόνια οι γείτονες Βούλγαροι και Ρουμάνοι, αλλά τη στερούνταν εξαιτίας ενός σταθερού -και αξεπέραστου- βέτο της Αυστρίας, που φοβόταν την αύξηση των μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία μέσω Βουλγαρίας. Χρειάστηκε να δοθούν πολύ ισχυρές εγγυήσεις από τη Σόφια ότι κάτι τέτοιο θα αποφευχθεί, με εμφατική αύξηση των ελέγχων στα σύνορα Βουλγαρίας – Τουρκίας, για να πουν οι Αυστριακοί το πολυπόθητο πλήρες «ναι».
Το είχαν πει μερικώς, έξι μήνες νωρίτερα, όταν είχαν αρθεί οι περιορισμοί των μετακινήσεων από και προς τα αεροδρόμια και τα λιμάνια των δύο χωρών. Μια κίνηση της οποίας τα ευεργετικά αποτελέσματα φάνηκαν αμέσως. Οι πολύωρες αναμονές εξαφανίστηκαν μεμιάς. Βεβαίως έλεγχοι πραγματοποιούνται από τις Αρχές στο ύψος των κοντινότερων στον Προμαχώνα διοδίων και από τις δύο πλευρές των συνόρων. Ωστόσο, είναι πλέον δειγματοληπτικοί και επιλεκτικοί. Ωστόσο, η Αστυνομία είναι παρούσα και πρέπει και να το δείχνει αυτό γιατί η παραβατικότητα παραμονεύει.

Σφύζει από Ελληνες η αγορά στο Σαντάνσκι

Εικόνα δεύτερη: λίγη ώρα αργότερα, μεσημέρι Σαββάτου, στο Σαντάνσκι, 20 λεπτά από τον Προμαχώνα, μια πόλη 30.000 κατοίκων που σφύζει από ζωή. Χτισμένο στους πρόποδες του Πιρίν, θεωρείται η πλέον ηλιόλουστη πόλη της Βουλγαρίας, αποτελώντας διαχρονικά δημοφιλή προορισμό τόσο για τα ιαματικά λουτρά και τα πολυτελή spa που λειτουργούν εκεί όσο και για την αγορά του. Ενα απέραντο βουλγαρικό mall. Χωρίς υπερβολή. Με τον εμβληματικό κεντρικό πεζόδρομο της πόλης να σφύζει από ζωή νυχθημερόν.
Στα δεκάδες καταστήματα της αγοράς του, πολλά από τα οποία ανήκουν μάλιστα σε Ελληνες, τα ελληνικά ακούγονται παντού. Ελληνες επισκέπτες από κάθε γωνιά της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης ψωνίζουν τα πάντα. Ρούχα, παπούτσια, οικιακά είδη, ακόμα και τρόφιμα. Και φυσικά βάζουν βενζίνη, καθότι είναι πολύ πιο φθηνή απ’ ό,τι στα ελληνικά πρατήρια.
Το έκαναν και παλαιότερα. Επί μνημονιακής κρίσης, μάλιστα, είχε αυξηθεί και ο αριθμός των Ελλήνων που βρήκαν καταφύγιο διαμονής και δουλειάς στη γείτονα. Ακόμα και συνταξιούχων, καθώς στις αρχές της περασμένης δεκαετίας το ενοίκιο σε ένα μικρό αλλά αξιοπρεπές διαμέρισμα στο Σαντάνσκι ήταν μόλις 100 ευρώ τον μήνα. Το κόστος ζωής ήταν ανέκαθεν πολύ μικρότερο στη Βουλγαρία, το ίδιο και οι μισθοί, αλλά η συγκριτική αναλογία πάντα ήταν σε βάρος της Ελλάδας. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι, λοιπόν, που έκαναν το ταξίδι προς την άλλη πλευρά των συνόρων παρά τις ουρές στα σύνορα για να ψωνίσουν φθηνότερα, συνδυάζοντας τις αγορές και με μια βόλτα.

Τα καμπανάκια των επαγγελματιών

Ωστόσο, η καταλυτικού χαρακτήρα διευκόλυνση της μετακίνησης ανθρώπων και αγαθών δημιουργεί νέα δεδομένα στο εμπόριο και την κατανάλωση, που περιέχουν μεν σημαντικές ευκαιρίες, αλλά κρύβουν παράλληλα και πολλές παγίδες για τη χώρα μας.
Το πρώτο, πάντως, συναίσθημα για πολλούς Ελληνες επαγγελματίες των κοντινών στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα περιοχών είναι η ανησυχία ότι η εξέλιξη αυτή θα αυξήσει την οικονομική αιμορραγία προς τη γείτονα. Οτι οι τοπικές αγορές θα υποστούν αξιοσημείωτο πλήγμα, καθώς ακόμα περισσότεροι Ελληνες θα ενθαρρυνθούν να ταξιδέψουν στη Βουλγαρία για να ψωνίσουν φθηνότερα.
Είναι βάσιμοι αυτοί οι φόβοι; Προς το παρόν, η εικόνα είναι θολή. Οι εκπρόσωποι των επαγγελματικών φορέων των ακριτικών νομών δικαίως χτυπούν καμπανάκι κινδύνου για το ότι τα πρατήρια καυσίμων και πολλά καταστήματα λιανικού εμπορίου και τροφίμων ήδη σημειώνουν νέα πτώση του τζίρου τους. Τα πρώτα στοιχεία για τις ροές οχημάτων προς τη Βουλγαρία, τον Ιανουάριο του 2025, θα γίνουν γνωστά σε λίγες ημέρες. Αλλοι υποστηρίζουν ότι αισθητή (αρνητική) μεταβολή στους τζίρους των καταστημάτων τους δεν έχει σημειωθεί. Αναγνωρίζοντας, βεβαίως, ότι ένα μερίδιο αγοράς έχει ήδη μεταφερθεί στη Βουλγαρία, εδώ και χρόνια, και διατηρείται. Σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ νωρίς ακόμα για μια πλήρη εικόνα και κάθε συμπέρασμα είναι παρακινδυνευμένο.

Η εικόνα των τιμών

Υπάρχουν πολλές παράμετροι που θα κρίνουν το τελικό αποτέλεσμα. Πρώτον, οι τιμές των αγαθών. Το σημείο όπου υπερτερούν εμφανώς οι γείτονες είναι τα φθηνά καύσιμα. Πιο συγκεκριμένα, ο Ιανουάριος έκλεισε με την αμόλυβδη βενζίνη (95 οκτανίων) στη Βουλγαρία στα 2,50 λέβα ανά λίτρο, δηλαδή 1,28 ευρώ, ενώ η μέση τιμή της στην Ελλάδα ήταν γύρω στα 1,78-1,80 ευρώ/λίτρο. Αυτή η διαφορά τιμής, πάνω από μισό ευρώ/λίτρο, καθιστά ελκυστικό για τους Βορειοελλαδίτες οδηγούς το να γεμίζουν τα ντεπόζιτά τους στα βουλγαρικά πρατήρια.
Για ένα όχημα, π.χ., με ρεζερβουάρ 50 λίτρων, το κόστος πλήρους ανεφοδιασμού είναι στη γείτονα 64 ευρώ (1,28 ευρώ/λίτρο × 50 λίτρα), ενώ στην Ελλάδα 90 (1,80 ευρώ/λίτρο × 50 λίτρα). Αρα εξοικονομούν 26 ευρώ ανά πλήρη ανεφοδιασμό. Στα τρόφιμα η εικόνα είναι μεικτή. Τόσο στα (όχι και πολύ κοντά στα σύνορα) βουλγαρικά σούπερ μάρκετ όσο και στα μικρά παντοπωλεία οι Ελληνες επισκέπτες βρίσκουν τιμές σε άλλα προϊόντα φθηνότερες, σε άλλα ακριβότερες και σε πολλά παραπλήσιες σε σχέση με την Ελλάδα.
Τι άλλαξε στα σύνορα με τη Βουλγαρία: Σφύζει από Έλληνες η αγορά στο Σαντάνσκι, ανησυχία για την οικονομική αιμορραγία
Φθηνότερες, λιγότερο ή περισσότερο είναι στα γιαούρτια, ελαιόλαδο, ηλιέλαιο, αναψυκτικά, κρασιά, μπίρες, ορισμένα φρούτα (μπανάνες, φράουλες, μήλα) και λαχανικά (ντομάτες, πιπεριές, αγγούρια). Στο λάδι, μάλιστα, όταν πέρυσι οι τιμές στην ελληνική αγορά ήταν απολύτως ανεξέλεγκτες, οι ουρές Ελλήνων για αγορές σε βουλγαρικά καταστήματα ήταν εντυπωσιακές, όχι όμως και φέτος. Ακριβότερες οι τιμές στη Βουλγαρία είναι σε λίγα είδη τροφίμων, όπως βούτυρο, μπισκότα, σοκολάτες, λεμόνια. Ενώ παραπλήσιες είναι σε αρκετά, όπως τα κρέατα παντός είδους, τα αυγά, το μαλακό κίτρινο τυρί κ.ά.
Απεναντίας, στα είδη ρουχισμού, υποδήματα, οικιακής χρήσης και καλλυντικά, οι διαφορές τιμών είναι αισθητές. Η ελληνική αγορά είναι σαφώς ακριβότερη. Υπάρχει, όμως, κι εδώ ένας κρίσιμος αστερίσκος, αυτός της ποιότητας των ειδών, όπου τα βουλγαρικής παραγωγής σαφώς είναι υποδεέστερα των ελληνικών. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι οι Ελληνες καταναλωτές που θυσιάζουν την ποιότητα του προϊόντος που αγοράζουν στον βωμό της χαμηλότερης τιμής.
Στην ίδια αξιολογική προσέγγιση, της σχέσης τιμής/ποιότητας, τίθεται και το θέμα των μικρών αισθητικών επεμβάσεων, όπως και οδοντιατρικών εργασιών, ακόμα και τοποθέτησης εμφυτευμάτων, που στη Βουλγαρία, όπως και σε Αλβανία και Σκόπια, έχουν αισθητά μικρότερο κόστος απ’ ό,τι στη χώρα μας. Αλλά ποιο αποτέλεσμα προσφέρουν;