Πιθανώς Ακατάλληλο για τους Πολιτικά Ορθούς
Οκτωβρίου 25 2019
Ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι το 1940 στα απομνημονεύματά του γράφει…
\”Δέκα λεπτά πριν από τις 3 της νύχτας της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο στρατιωτικός μου ακόλουθος, ο διερμηνέας μου και εγώ, φθάσαμε στην καγκελόπορτα μιάς μικρής οικίας στην Κηφισιά, όπου έμενε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Στον φρουρό της οικίας είπα ότι επιθυμώ να δώ τον Πρωθυπουργό για κάτι πολύ επείγον. Ο φρουρός άρχισε να κτυπά το κουδούνι του εσωτερικού της οικίας, αλλά δεν ελάμβανε καμίαν απάντηση. Διερωτήθηκα εάν ήτο δυνατόν μια πρωθυπουργική κατοικία να μην απαντά αμέσως. Γιατί εγώ είχα εντολή να παραδώσω το τελεσίγραφον στις 3 π.μ. ακριβώς, της 28/10/1940, λόγω δε της προσπάθειας μου να ακουσθεί το κουδούνι και να ανοίξει η πόρτα, η ώρα είχε ήδη φθάσει 3. Επιτέλους το κουδούνισμα ξύπνησε τον ίδιο τον Μεταξά, που έκαμε την εμφάνισή του σε μια μικρή πλαϊνή πόρτα και αναγνωρίζοντάς με, με άφησε να περάσω. Ο Μεταξάς φορούσε μια μάλλινη ρόμπα, από τον γιακά της οποίας φαινόταν ένα μετριότατο βαμβακερό νυκτικό. Μου έσφιξε το χέρι και με έβαλε να καθίσω σε ένα μικρό φτωχικό σαλόνι του σπιτιού. Μόλις καθίσαμε, και επειδή η ώρα ήταν λίγα λεπτά μετά τις 3, του είπα αμέσως ότι η Κυβέρνησίς μου, μου είχε αναθέσει να το εγχειρίσω προσωπικά ένα κείμενο, που δεν ήτο τίποτε άλλο, παρά το τελεσίγραφον της Ιταλίας προς την Ελλάδα, με το οποίον η Ιταλική Κυβέρνηση απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των στρατευμάτων της στον Ελληνικό χώρο, από τις 6 π.μ. της 28/10/1940. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Μέσα από τα γυαλιά του, έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο, και με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή μου είπε: \”Alors c\’est la guerre.\” (Λοιπόν έχουμε πόλεμο)».
Κατά την θυγατέρα του Μεταξά, ακολούθησε και η εξής στιχομυθία που ο Γκράτσι δεν την αναφέρει:
«Γκράτσι: Pas necessaire, mon excellence (όχι απαραίτητα εξοχότατε)
Μεταξάς: Non, c\’est necessaire (όχι, είναι απαραίτητο)
Και συνεχίζει ο Γκράτσι στο βιβλίο του. \”Με συνόδευσε στην έξοδο υπηρεσίας από την οποία είχα μπει και όταν ήμασταν στο κατώφλι μου είπε: \”Vous etes le plus forts\” (είσθε οι πιο ισχυροί). Με την σειρά μου δεν ήξερα τι να απαντήσω στα λόγια αυτά και στην βαθιά λύπη που τα δονούσε. Νομίζω δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο, ο οποίος μια τουλάχιστο φορά στην ζωή του, να μην αισθάνθηκε απέχθεια για το επάγγελμά του. Αν στη μακρά σταδιοδρομία μου στην υπηρεσία του κράτους υπήρξε ποτέ μια στιγμή κατά την οποία εμίσησα το δικό μου, μια στιγμή κατά την οποίαν το καθήκον του αξιώματος μου μου φάνηκε σταυρός και όχι μόνο θλιβερός, αλλά και ταπεινωτικός, η στιγμή αυτή ήταν όταν άκουσα εκείνα τα αποκαρδιωμένα λόγια που πρόφερε ο πρεσβύτης εκείνος, που είχε καταναλώσει ολόκληρη τη ζωή του αγωνιζόμενος και υποφέροντας για την χώρα του και που, και κατά την υπέρτατη εκείνη στιγμή, προτιμούσε να διαλέξει για την πατρίδα του το δρόμο της θυσίας και όχι το δρόμο της ατιμώσεως. Υποκλίθηκα μπροστά του με τον βαθύτερο σεβασμό και βγήκα από το σπίτι του\”.
Ο Μεταξάς κατοικούσε σε ένα παλιό διώροφο αρχοντικό, στην Κηφισιά. Μαζί του έμενε ένας ακόλουθος που κοιμόταν σε δωμάτιο στο ισόγειο. Όταν ανέβηκε στο υπνοδωμάτιο του Μεταξά και τον ξύπνησε, τον πληροφόρησε¨: «Ήρθε κάποιος ξένος διπλωμάτης και σας γυρεύει». Του ειπέ Ο Μεταξάς κοίταξε το ρολόι. «Τέτοια ώρα;», μουρμούρισε υποψιασμένος. Ο Γκράτσι κι ο Μεταξάς ανέβηκαν στο και καθίσαν σαλονάκι του πρώτου ορόφου. Γνώριζαν και οι δύο γαλλικά και δεν χρειάζονταν διερμηνέα. Ο Γκράτσι μπήκε αμέσως στο θέμα:
«Με έχουν επιφορτίσει να σας επιδώσω αυτή τη διακοίνωση», είπε. Ο Μεταξάς πήρε το έγγραφο κι άρχισε να διαβάζει: Η Ιταλία κατηγορούσε την Ελλάδα ότι παραβίασε τις αρχές της ουδετερότητας, παραχώρησε διευκολύνσεις στον βρετανικό στόλο και καταπίεζε τους Αλβανούς της Τσαμουριάς. Για όλα αυτά, η Ιταλία ζητούσε να εγκατασταθούν ιταλικές δυνάμεις σε στρατηγικά σημεία, ώστε να διασφαλιστεί η ελληνική ουδετερότητα, ειδάλλως «κάθε αντίδραση θα καμφθεί δια των όπλων». Το τελεσίγραφο εξέπνεε στις 6 το πρωί της 28ης του Οκτώβρη του 1940. Ο Γκράτσι συμπλήρωσε: «Η ιταλική κυβέρνηση ελπίζει ότι θα αποδεχτείτε τους όρους της και θα επιτρέψετε να περάσει ο ιταλικός στρατός». Με κάποια δόση ειρωνείας, ο Μεταξάς τον ρώτησε:
« Λέτε ότι θα ξεκινήσετε επίθεση στις 6 το πρωί, σε λιγότερο από τρεις ώρες. Ακόμα και να το ήθελα, φαντάζεστε ότι σ’ αυτό το διάστημα προλαβαίνω να ξυπνήσω τον βασιλιά και να τον ενημερώσω, να ειδοποιήσω υπουργό Στρατιωτικών και γενικό επιτελείο, να θέσω σε κίνηση τις τηλεγραφικές υπηρεσίες, να συγκαλέσω υπουργικό συμβούλιο και να παρθούν οι σχετικές αποφάσεις; Και έστω ότι γίνονται όλα αυτά. Ποια είναι τα στρατηγικά σημεία που θέλει να καταλάβει η κυβέρνησή σας;».
Ο Μεταξάς τηλεφώνησε να ξυπνήσουν τον Γεώργιο, τον οποίο και ενημέρωσε και αμέσως μετά, τηλεφώνησε στον πρεσβευτή της Βρετανίας, Πάλερετ, το στρατηγό Παπάγο και τον αντιναύαρχο Σακελλαρίου, αρχηγό του ΓΕΝ, και συγκάλεσε υπουργικό συμβούλιο στις 5.30΄ το πρωί, ενώ η Αθήνα ακόμα κοιμόταν.
Την ίδια ώρα, στα ελληνοαλβανικά σύνορα ενώ έβρεχε κατακλυσμιαία ξεκινούσαν οι βολές του ιταλικού πυροβολικού. Οι στρατηγοί βιάζονταν και δεν περίμεναν καν να εκπνεύσει το τελεσίγραφο. Οι φρουροί των συνόρων όμως από την Παρασκευή, 26 Οκτωβρίου, είχαν εντοπίσει ότι οι Ιταλοί έπαιρναν επιθετική διάταξη, και είχαν προετοιμαστεί.
Οι Ιταλοί διέθεταν 100.000 άνδρες, άγνωστο αριθμό μελανοχιτώνων και κάμποσους στρατολογημένους Αλβανούς. Είχαν 135 πυροβολαρχίες και ένα τάγμα πολυβόλων, 150 άρματα μάχης και 18 ίλες ιππικού. Και υποστηρίζονταν από 400 αεροπλάνα.
Την ίδια ώρα, οι Έλληνες διέθεταν 35.000 άνδρες με 40 πυροβολαρχίες. Και η ελληνική αεροπορία είχε 130 αεροπλάνα που έπρεπε να καλύπτουν ολόκληρη την ελληνική επικράτεια.
Με το πρώτο φως, οι Ιταλοί του Ιταλού στρατηγού Πράσκα άρχισαν να περνούν τα σύνορα Το ελληνικό πυροβολικό χτυπούσε αραιά μεν αλλά με οδυνηρή ευστοχία και να ανατινάζουν γέφυρες να επιβραδύνουν τη προέλασής τους.
Οι Ιταλοί έφτασαν στο Καλπάκι, πρωί 30 του μήνα. Ήταν μια στενή δίοδο, που έπρεπε να περάσουν εκει είχαν στήσει ενέδρα, οι Έλληνες. Οι Ιταλοί αιφνιδιάστηκαν, και έκαναν πίσω. Η γενική επίθεση των Ιταλών εκδηλώθηκε στις 4 το πρωί της 31ης Οκτωβρίου. Ως τη νύχτα, οι Ιταλοί δεν είχαν καταφέρει να κερδίσουν σπιθαμή, και μετρούσαν βαριές απώλειες. Νέα γενική επίθεση στις 2 Νοεμβρίου, και ακόμα μία, στις 5 του μήνα αποκρούστηκε. Στις 8, Νοεμβρίου ο Μουσολίνη αντικατέστησε τον αναποτελεσματικό στρατηγό Πράσκα. Στα ξημερώματα της 19 Νοεμβρίου, ξέσπασε σαρωτική ελληνική αντεπίθεση, η κραυγή «Αέρα» αντήχησε στις βουνοκορφές, και πήραν τους Ιταλούς στο κατόπι.
Η ιστορική αλήθεια για το Ιωάννη Μεταξά οφείλει να καταγραφεί αντικειμενικά χωρίς αγκυλώσεις. Μπορεί το όνομά του Μεταξά με ένα από τα πιο αντιδημοφιλή πολιτεύματα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία αλλα διαδραμάτισε ουσιαστικό ρόλο στο στρατιωτικό και πολιτικό γίγνεσθαι της Ελλάδας. Για παράδειγμα και μόνο στο καθεστώς του τον Αυγούστου του 1936 υπογράφτηκαν οι δύο πρώτες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίστηκε το κατώτατο όριο μισθού και ημερομισθίου εργατών. Το όνομά του, στο έπος της Αλβανίας συνδέθηκε με τις λαμπρότερες και πλουσιότερες σελίδες της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Επίσης μετρά τον άνανδρο τορπιλισμό της ‘Έλλης στη Τήνο κατάφερε να ενώσει τις ψυχές των Ελλήνων, ώστε μοναρχικοί και βενιζελικοί, οπαδοί και αντίπαλοι της 4ης Αυγούστου, να πειστούν πως η Ιταλία ήταν εχθρός, και πως θα ήταν προτιμότερο να αντιμετωπιστεί ο εχθρός με ανδρισμό παρά να υποχωρήσει το ελληνικό έθνος μπροστά σε έναν εχθρό που δε δίσταζε να μεταχειρίζεται τέτοια μέσα.
Εις την επόμενη έκδοση τα σπουδαία!